γεωγραφία

γεωγραφία
Επιστήμη της οποίας αντικείμενο είναι η σπουδή και η περιγραφή της επιφάνειας της Γης και των φαινομένων που παρατηρούνται σε αυτήν. Σκοπός της γ., τόσο σήμερα όσο και κατά το παρελθόν, είναι να δώσει μία περιγραφή της Γης – αυτό άλλωστε υποδηλώνει και η λέξη. Αντί όμως μιας ασύνδετης περιγραφής –όπως γινόταν με τις αρχαίες γ. που κύριος σκοπός τους ήταν μία σχηματική εξέταση των μορφών του εδάφους, του κλίματος, των φυτών και των πλευρών που αφορούσαν τον άνθρωπο– σκοπός της σύγχρονης γ. είναι ο καθορισμός της ατομικότητας των διαφόρων συγκροτημάτων που αποτελούν τη Γη (ηπείρων, περιοχών, πόλεων, ωκεανών και θαλασσών) μέσα στον χώρο, ατομικότητας που έχει την προέλευσή της στη συνύπαρξη και στην αμοιβαία δράση και αντίδραση των οργανικών και ανόργανων φαινομένων, που εξετάζονται όχι καθαυτά, αλλά στο κατά πόσο, ενεργώντας αμοιβαία, συμβάλλουν στην αποτύπωση ιδιαίτερων χαρακτήρων στους διάφορους τόπους. Συνεπώς, η γ. δεν συνίσταται μονάχα σε μία μέθοδο έρευνας, που δεν θα μπορούσε να της δώσει επιστημονική ατομικότητα, αλλά έχει δικό της αντικείμενο σπουδής, τη γεωγραφική περιοχή ή το γεωγραφικό άτομο. Ιστορία. Τα προβλήματα που αφορούν τον κόσμο που μας περιβάλλει και τους κατοίκους του προκάλεσαν από τους αρχαιότατους χρόνους το ενδιαφέρον των μελετητών. Τα πρώτα συγγράμματα για τις σχετικές με τη Γη γνώσεις οφείλονται στους αρχαίους Έλληνες, κυρίως στους μαθηματικούς και σε αυτούς που ασχολήθηκαν με την έρευνα των φυσικών φαινομένων, καθώς επίσης στους ιστορικούς (π.χ. Ηρόδοτος) και στους φιλοσόφους. Για τους αρχαίους Έλληνες η γ. (περιγραφή όλου του κόσμου, σε αντίθεση με τη χωρογραφία, την περιγραφή δηλαδή ενός ιδιαίτερου χώρου ή περιοχής) ήταν μία συνθετική περιγραφή που απεικονιζόταν σε έναν χάρτη. Τέτοιους χάρτες είχαν καταρτίσει ο Αναξίμανδρος (610-574 π.Χ.), ο Εκαταίος (545-475 π.Χ.) και ο Ερατοσθένης (276-196 π.Χ.)· ο τελευταίος ίδρυσε και την πρώτη συστηματική σχολή γ. στην Αλεξάνδρεια. Μικρότερη σπουδαιότητα και αξία είχαν οι περιγραφές, οι οποίες περιορίζονταν συχνά σε καταλόγους ονομάτων, όπως συνέβαινε με τα έργα που έφεραν τον τίτλο Περίπλους και είχαν σκοπό να δώσουν στους ναυτιλλομένους ενδείξεις για τις παράκτιες περιοχές. Πολύ αργότερα, όταν αυξήθηκαν οι γνώσεις με τα ταξίδια των εμπόρων, τις πολεμικές εκστρατείες, τις μεταναστεύσεις των λαών κλπ., έκαναν την εμφάνισή τους εκτεταμένα περιγραφικά έργα –όχι πάντοτε οργανικά δεμένα– όπως τα Γεωγραφικά του Στράβωνα (1ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ.) τα οποία, επειδή είναι γραμμένα από έναν Έλληνα της Μικράς Ασίας –ο Στράβων καταγόταν από την Αμάσεια του Πόντου–, αντικατοπτρίζουν τη ρωμαϊκή αντίληψη για τη γ. Αυτά τα έργα μάς δίνουν ένα καλά συντονισμένο σύνολο πληροφοριών, που μπορούν να είναι χρήσιμες στους πολιτικούς ηγέτες της χώρας, στους διοικητές των επαρχιών κλπ. Πράγματι, περιγράφονται οι καταστάσεις των διαφόρων χωρών, τα κλιματικά και βιολογικά χαρακτηριστικά τους, τα προϊόντα τους και όλα όσα αναφέρονται στους κατοίκους, στα ήθη και στην πολιτική. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (2ος αι. μ.Χ.), περίφημος αστρονόμος και γεωγράφος, ο οποίος εμπνεύστηκε από τον Μαρίνο τον Τύριο και έγραψε το έργο Γεωγραφική αφήγησις στην Αλεξάνδρεια,στρέφεται προς την αρχική κατεύθυνση της γ., τον καταρτισμό δηλαδή χάρτη του τότε γνωστού κόσμου. Κατά τον Μεσαίωνα, τα έργα των αρχαίων γεωγράφων είχαν λησμονηθεί και η επιστήμη της γ. είχε οπισθοδρομήσει. Μόνο στα μοναστήρια καλλιεργούσαν ακόμα τις γεωγραφικές σπουδές, αλλά οι αντιλήψεις για τη Γη, μεταξύ των οποίων μπορούμε να αναφέρουμε εκείνη του Κωνσταντίνου Αντιοχείας (περισσότερο γνωστού με το όνομα Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης), ήταν μάλλον φανταστικές και είχαν επηρεαστεί από τις θρησκευτικές ιδέες, ενώ τα γεωγραφικά έργα είχαν περιοριστεί σε απλούς καταλόγους ονομάτων που χρησιμοποιούνταν στα σχολεία. Η γ. στον Μεσαίωνα γνώρισε άνθηση προπάντων μεταξύ των Αράβων, και στο Παλέρμο, στην αυλή του Ρογήρου, όπου εργάστηκε ο Ιντρίσι (12ος αι.), ο οποίος έγραψε ένα μεγάλο έργο, γνωστό με τον τίτλο Το βιβλίοτου βασιλιά Ρογήρου, που μπορεί να θεωρηθεί σύνοψη όλων των γεωγραφικών γνώσεων των Αράβων. Ο Ιντρίσι θεωρούσε τον Ατλαντικό ωκεανό αδιάβατο και γεμάτο κινδύνους, τελευταίο όριο των ανθρώπινων γνώσεων προς τα δυτικά, ενώ έδινε πολυάριθμες πληροφορίες για τις χώρες που βρίσκονταν στον Ινδικό ωκεανό και στην Αφρική, της οποίας, αντίθετα από ό,τι πίστευε ο Πτολεμαίος, θεωρούσε δυνατό τον περίπλου. Πολύ γρήγορα όμως ο γεωγραφικός ορίζοντας διευρύνθηκε από όλες τις πλευρές με τα χερσαία ταξίδια στην Ανατολή πολυάριθμων ιεραποστόλων και εμπόρων, μεταξύ των οποίων και ο Μάρκο Πόλο, με τον πλου των Πορτογάλων κατά μήκος των αφρικανικών ακτών και κυρίως τα ταξίδια του Βάσκο ντα Γκάμα, την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου από τον Χριστόφορο Κολόμβο και τον Αμέρικο Βεσπούτσι και με τον πρώτο περίπλου της υδρογείου από το Μαγγελάνο. Ο γνωστός κόσμος διευρύνθηκε υπέρμετρα και ένας τεράστιος αριθμός νέων φαινομένων τράβηξε την προσοχή των ερευνητών. Έτσι αναζωογονήθηκε το ενδιαφέρον για τη μελέτη της Γης, για τη σφαιρικότητα της οποίας κανείς δεν αμφέβαλε πια, και ξαναήρθε στην επιφάνεια το έργο του Πτολεμαίου. Οι νέες ανακαλύψεις άρχισαν να απεικονίζονται με όλες τις λεπτομέρειες σε χάρτες γενικού χαρακτήρα με μικρή κλίμακα. Άλλες πληροφορίες προστέθηκαν ύστερα από την κατάκτηση της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής από τους Ισπανούς, από τα ταξίδια των ιεραποστόλων στην Ασία και στην Αφρική και τις εξερευνήσεις των Τζοβάνι και Σεμπαστιάνο Καμπότο. Σύνθεση των γνώσεων που αποκτήθηκαν εκείνη την εποχή μας δίνουν οι πρώτοι Άτλαντες, που είχαν καταρτιστεί όχι πια με βάση τους χάρτες του Πτολεμαίου αλλά με νεότερους χάρτες, μεταξύ των οποίων περίφημοι ήταν προπάντων το Theatrum Orbis Terrarum (Θέατρο της γήινης σφαίρας) του Αβραάμ Ορτελίου (1570) και ο Άτλας του Γεράρδου Μερκάτωρα (1595). Δημοσιεύτηκε επίσης χωριστά ένα μικρό έργο γενικού χαρακτήρα (1650), με τη φροντίδα του Βερνάρδου Βαρενίου, που όπως δείχνει και ο τίτλος του –Παγκόσμια γεωγραφία εις την οποία εξηγούνται οι γενικές ιδιότητες της Γης (Geographia universalis in qua affectiones generales telluris explicantur)- μπορεί να θεωρηθεί η πρώτη απόπειρα συστηματοποίησης της επιστήμης της γ. Κατά τον 18o αι. παρατηρήθηκε μία ανάπαυλα, καθώς οι διάφοροι μελετητές ασχολήθηκαν με τις έρευνες της ιστορικής γ. (που τις καλλιέργησε ο Φίλιπ Κλούβερ, 1580-1623), με τη χαρτογραφία (χρησιμοποιώντας πιο τελειοποιημένα όργανα) και έστρεψαν την προσοχή τους στα φαινόμενα της ατμόσφαιρας και της θάλασσας. Την ίδια εποχή, κύριος σκοπός της γ. θεωρήθηκε η άφθονη συλλογή δεδομένων και γεγονότων για τα φυσικά στοιχεία κάθε χώρας (βουνών, ποταμών, λιμνών, ακτών κλπ.), καθώς και των κατοίκων της, των θεσμών της, των προϊόντων της, των εμπορευμάτων της κλπ. Έγινε έτσι ένας βοηθητικός κλάδος των οικονομικών και κοινωνικών επιστημών και το στατιστικό στοιχείο γνώρισε σημαντική θέση και σπουδαιότητα. Το πληρέστερο έργο που δείχνει τις τάσεις αυτές είναι η Νέα περιγραφή της Γης του Άντον Μπίσινγκ, που από το 1754 και έπειτα εκδόθηκε επανειλημμένα. Στο μεταξύ, εξαιτίας των νέων εξερευνητικών ταξιδιών, χερσαίων και θαλάσσιων, οι γνώσεις για την υδρόγειο διευρύνθηκαν ακόμα περισσότερο. Τώρα πια υπήρχαν οι προϋποθέσεις για την ανανέωση της γεωγραφικής επιστήμης και τη συστηματοποίησή της σε πιο στέρεες βάσεις, προϋποθέσεις που είχαν δημιουργηθεί από την εξέλιξη και την πρόοδο των άλλων επιστημών. Στην ανανέωση και συστηματοποίηση αυτή συνέβαλαν δύο Γερμανοί επιστήμονες, εκπρόσωποι δύο διαφορετικών σχολών. Ιδρυτής της πρώτης, της φυσιοκρατικής, της σχολής δηλαδή που εξετάζει αποκλειστικά τα αποτελέσματα της δράσης των φυσικών παραγόντων στη γεωγραφική διαμόρφωση, θεωρείται δίκαια ο Αλεξάντερ φον Χούμπολτ (1769-1859), φυσιοδίφης και εξερευνητής των βόρειων Άνδεων και της Βενεζουέλας, προικισμένος με οξύ παρατηρητικό πνεύμα, το οποίο τον βοήθησε να βγάλει συμπεράσματα εξαιρετικού ενδιαφέροντος σε πολλούς τομείς (ισόθερμοι κύκλοι, υψομετρικά όρια, θαλάσσια ρεύματα κλπ.). Την ανθρωποϊστορική σχολή, εκείνη δηλαδή που εξετάζει την ανθρωπογεωγραφία και την ιστορική γ., εγκαινίασε ο Καρλ Ρίτερ (1779-1859), διάσημος γεωγράφος, καθηγητής της γ. για αρκετές δεκαετίες στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Στη Γερμανία βρήκε πολλούς οπαδούς (που δεν έδιναν πάντοτε την ίδια με αυτόν προσοχή στην εξαγωγή ορθών συμπερασμάτων από τις παρατηρήσεις τους). Για τον Ρίτερ η φυσιοκρατική αντίληψη είχε για αρκετό καιρό λιγότερη σημασία. Οι μεγαλειώδεις όμως πρόοδοι στο πεδίο των γεωγραφικών εξερευνήσεων κατά τον 19o αι., οι νέες κατευθύνσεις των επιστημών που ασχολούνταν με τη φύση (ιδιαίτερα η συμβολή του Δαρβίνου), η συγκέντρωση πολύτιμου υλικού από τις διάφορες τοπογραφικές, γεωλογικές και υδρογραφικές μελέτες, η εξερεύνηση των θαλασσών και της ατμόσφαιρας προκάλεσαν γενική αφύπνιση των μελετών σχετικά με τη φυσική γ. – και προπάντων το έργο των Φέρντιναντ φον Ριχτχόφεν (1833-1905) και Όσκαρ Πέσελ (1826-1875). Για ένα διάστημα οι δύο τάσεις βρέθηκαν αντίπαλες και η συγχώνευσή τους –όχι πάντως χωρίς αντιρρήσεις– πραγματοποιήθηκε μόνο στις ημέρες μας κατά μεγάλο μέρος μέσω της τοπικής γ., εκείνης δηλαδή που εξετάζει διάφορες τοπικές περιοχές. Σε αυτό συνέβαλε σημαντικά με το έργο του ο Φρίντριχ Ράτσελ (1844-1904), φυσιοδίφης που συστηματοποίησε την ανθρωπογεωγραφία. Οι δύο κλάδοι ακολουθούν πια τις ίδιες μεθόδους έρευνας, που βασίζονται πάντοτε στην άμεση παρατήρηση γεγονότων και φαινομένων, έχουν τον ίδιο τελικό αντικειμενικό σκοπό, που είναι στην ουσία η περιγραφή, η εξήγηση και η ταξινόμηση των διαφόρων όψεων της γήινης επιφάνειας, αποτέλεσμα της δράσης των φυσικών παραγόντων, μελετούν την όψη και τη διαφοροποίηση των βιολογικών σχέσεων, τις συνέπειες της παρουσίας του ανθρώπου και τις διάφορες εκδηλώσεις της δραστηριότητάς του. Εκτός από τη Γερμανία, όπου μπήκε στο πρόγραμμα διδασκαλίας των πανεπιστημίων τον 19ο αι., η γ. είχε μελετητές και σε πολλές άλλες χώρες, οι οποίοι συνέβαλαν ποικιλοτρόπως στην πρόοδό της. Στη Γαλλία σημαντική θέση κατείχε η σχολή του συγγραφέα Πολ Βιντάλ ντε Λα Μπλας (1845-1918). Εκείνος, μαζί με τους σπουδαστές του είχε συγγράψει ολόκληρη σειρά εμβριθών μονογραφιών σχετικά με τις διάφορες περιοχές. Στο πεδίο της φυσικής γ. σημαντική θέση κατέχει το έργο του Εμανουέλ ντε Μαρτόν (1873-1955) και σε αυτό της ανθρωπογεωγραφίας το έργο του Ζαν Μπρινές (1869-1930). Στις ΗΠΑ, ο Γουίλιαμ Μ. Ντέιβις (1850-1934) έδωσε έναν ιδιαίτερο προσανατολισμό στη γήινη μορφολογία, ταξινομώντας με κυκλική μέθοδο τις μορφές του εδάφους, ενώ ο Αϊζάια Μπόουμαν (1878-1950) συνέβαλε στην πρόοδο της πολιτικής γ. Στην Αγγλία, ο σημαντικότερος γεωγράφος της εποχής εκείνης ήταν ο Χάλφορντ Τζον Μακίντερ (1861-1947), στην Αυστρία ο Γιόχαν Σελχ (1883-1951), στην Πολωνία ο Ευγένιος Ρόμερ (1871-1954), στη Γιουγκοσλαβία ο Γιόβαν Τσβίγιτς (1865-1927), στην Ελβετία ο Στεν Ντε Γκέερ (1886-1933), στην Ουγγαρία ο Παλ Τέλεκι (1879-1941) και στην Ιταλία ο Τζοβάνι Μαρινέλι (1846-1900). Διαίρεση της γεωγραφικής επιστήμης. Η γ. διαιρείται συνήθως σε δύο κλάδους: τη γενικήγ., που τη συστηματοποίησε ο Βερνάρδος Βαρένιος (1622-1650) και την περιγραφική, που έχει σκοπό την περιγραφή των διαφόρων χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών. Η γενική γ., που σχετίζεται στενά με άλλες επιστήμες (γεωλογία, βοτανική, εθνογραφία κλπ.), υποδιαιρείται και αυτή με τη σειρά της σε επιμέρους κλάδους. Η μαθηματική γ. εξετάζει το σχήμα, τις διαστάσεις και τις κινήσεις της Γης ως ουράνιου σώματος, ενώ ασχολείται επίσης με τις μεθόδους αναπαράστασης της Γης σε γεωγραφικούς χάρτες. Η φυσική γ. εξετάζει την όψη των χερσαίων επιφανειών και τα φαινόμενα που εκδηλώνονται σε αυτές (υδάτινα ρεύματα και παγετώνες, θαλάσσια ρεύματα, βροχές κλπ.) και προπάντων τη διάφορη κατανομή τους. Επίσης, η ζωική και φυτική ζωή (ζωογεωγραφία, φυτογεωγραφία) μπορούν να περιληφθούν μεταξύ των γήινων φαινομένων. Άλλοι τομείς της φυσικής γ. είναι η μορφολογία του εδάφους ή γεωμορφολογία, που εξετάζει τις μορφές του εδάφους και τη γένεσή τους, η ωκεανογραφία (ωκεανός), η οποία στη σπουδή των θαλασσών και των ωκεανών χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο φυσικές και χημικές μεθόδους, ενώ αρχίζει να αποκτά πια δική της αυτονομία η υδρογραφία, που ασχολείται με τα ηπειρωτικά ύδατα (ποταμούς και λίμνες) και η κλιματολογία (κλίμα), που χρησιμοποιώντας τα δεδομένα της μετεωρολογίας εξετάζει τα κλίματα της Γης. Η ανθρωπογεωγραφία εξετάζει τη Γη ως έδρα της ανθρωπότητας και προπάντων την κατανομή των ανθρώπων στην επιφάνεια της Γης, την επίδραση του φυσικού περιβάλλοντος στην εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών και, τέλος, τις τροποποιήσεις που ο άνθρωπος επιφέρει στη γήινη επιφάνεια. Η ανθρωπογεωγραφία με μία στενότερη έννοια (ή οικολογία) εξετάζει την κατανομή των ανθρώπων στη Γη, ερευνώντας τη διάφορη πυκνότητα πληθυσμού και τις αιτίες της διαφοράς της, τους διάφορους τύπους ανθρωπότητας από την άποψη του κατά πόσο αυτοί συμβάλλουν στην αποτύπωση ειδικών χαρακτήρων στο τοπίο ή προσαρμόζονται στα διάφορα περιβάλλοντα. Η γ. των ανθρώπινων οικισμών εξετάζει την κατανομή, τους τύπους και τους χαρακτήρες των τόπων διαμονής του ανθρώπου. Η οικονομική γ. ασχολείται με τους τρόπους κατά τους οποίους γίνεται η χρησιμοποίηση της Γης από τον άνθρωπο, εξετάζοντας τον οικονομικό χαρακτήρα μάλλον των διαφόρων προϊόντων. Άλλοι τομείς είναι η γ. των οδών και μέσων συγκοινωνίας και η πολιτική γ. που εξετάζει από γεωγραφική άποψη τη δομή, τα όργανα και την εξέλιξη των κρατών και των άλλων ανθρώπινων κοινωνιών. Όρια και κατευθύνσεις της γ. Αν θεωρήσουμε τη γ. ως την επιστήμη της γήινης επιφάνειας και των φαινομένων και αντικειμένων που βρίσκονται σε αιτιώδη σχέση με αυτή, πρώτος σκοπός της είναι η μελέτη της κατανομής των φαινομένων στην επιφάνεια της Γης (αρχή του χώρου ή της έκτασης). Η βοτανολογία καθορίζει τη διάδοση ενός φυτού ή μιας ομάδας φυτών, η γλωσσολογία προσδιορίζει την κατανομή ενός λεξιλογίου σε ορισμένο χώρο, η γεωλογία προσπαθεί να διαπιστώσει την κατάσταση των ηφαιστείων και ουσιαστικά όλες αυτές οι επιστήμες συμβάλλουν στην επιστήμη της γ. Επειδή η γ. αποτελεί προπάντων έρευνα της κατανομής των γεγονότων και των φυσικών φαινομένων στον χώρο, είναι προφανές πως της είναι χρησιμότατες οι χαρτογραφικές αναπαραστάσεις, οι οποίες, επειδή μας δίνουν ακριβώς μία άμεση εποπτεία της γεωγραφικής κατανομής ή της έκτασης της διάδοσης ενός ή περισσότερων δεδομένων, αποτελούν ένα αποδοτικότατο μέσο μελέτης. Αυτό όμως είναι μόνο το πρώτο βήμα: η σπουδή της κατανομής ενός φαινομένου δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της γ. Άλλος σκοπός του γεωγράφου είναι να μελετήσει τις σχέσεις (αρχή της αιτιώδους συνάφειας), δηλαδή να φέρει στο φως τις αιτιώδεις εξαρτήσεις μιας σειράς γεγονότων από άλλη. Για παράδειγμα, αν ο γεωγράφος εξετάζει την ελονοσία, δεν την εξετάζει ως ασθένια, αλλά από την άποψη του κατά πόσο συνδέεται με τον ανωφελή –το κουνούπι που την προκαλεί– που και αυτός με τη σειρά του βρίσκεται σε σχέση με τα στάσιμα και ζεστά νερά. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τη βλάστηση, για τα ζώα, για τις μορφές κατοικίας κλπ. Και η οικονομική γ., στην οποία παίζει μεγάλο ρόλο η δραστηριότητα και η θέληση του ανθρώπου, χρησιμοποιεί σε μεγάλη έκταση αιτιώδεις θεωρήσεις του είδους αυτού. Συνεπώς, ένα γεγονός είναι γεωγραφικό όταν βρίσκεται σε σχέση με άλλα γεγονότα που εμφανίζονται στην επιφάνεια της Γης, ενώ τα γεγονότα, τα αντικείμενα ή τα φαινόμενα που δεν έχουν αιτιώδη σχέση με άλλα, θα πρέπει να αποκλειστούν. Η γ. τείνει έπειτα να ταξινομήσει τα γεγονότα που εξετάζει (αρχή του συντονισμού), αλλά για να μπορέσει να το κάνει αυτό χρειάστηκε να περιμένει ώστε να εξερευνηθεί μεγάλο μέρος της υδρογείου. Έτσι κατατάχτηκαν σε ομάδες και ταξινομήθηκαν σε διάφορους τύπους οι ακτές (φιόρδ, αιγιαλοί, ρίας κλπ.), οι παγετώνες, οι λίμνες, οι τύποι οικισμών, δηλαδή φαινόμενα είτε φυσικά είτε ανθρώπινα. Σταμάτησε πια, όπως είδαμε παραπάνω, η διένεξη μεταξύ φυσικής γ. και ανθρωπογεωγραφίας, διατηρήθηκε όμως και διατηρείται ακόμα η διένεξη μεταξύ γενικής και περιγραφικής γ. Πράγματι, όσο περισσότερο εμβαθύνει στις έρευνές της η γενική γ. τόσο τείνει να διαμορφωθεί σε ένα σύνολο διαφόρων επιστημών, που μελετούν το κλίμα, της μορφές τις επιφάνειας, τη ζωή των φυτών και των ζώων, τη δραστηριότητα των ανθρώπων, δηλαδή ένα σύνολο πληροφοριών, που είναι αναγκαίο να είναι γνωστό, αλλά και δεν είναι γεωγραφική επιστήμη. Αντίθετα, γεωγραφική επιστήμη υπάρχει μόλις οι διάφοροι παράγοντες, που συνδέονται με διάφορους δεσμούς, συσχετιστούν μεταξύ τους ύστερα από εξέταση του τοπίου, στο οποίο σχηματίζονται. Κατά συνέπεια, αντικείμενο της γ. είναι η σπουδή των διαφόρων γεγονότων και φαινομένων (φυσικών, βιολογικών και ανθρωπίνων), που καθώς συνδέονται μεταξύ τους με συμπλέγματα και σταθερές σχέσεις αλληλεξάρτησης και αμοιβαίο συσχετισμό, ο οποίος προέρχεται από τη συνύπαρξή τους στον ίδιο χώρο, σχηματίζουν όλοι μαζί το γεωγραφικό τοπίο. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η γενική γ., την οποία πολλοί θεωρούν προπαιδευτικό κλάδο που αποτελεί σύνοψη γενικών αρχών των διαφόρων επιστημών, έχει σκοπό τη μελέτη για όλη τη Γη εκείνου που η περιγραφική γ. (ή γ. των διαφόρων περιοχών) μελετά στις λεπτομέρειες. Σε αυτή συνεπώς ανήκει η συγκριτική μελέτη των ορεινών αλυσίδων των πεδινών περιοχών, των γεωργικών περιοχών και των μεγάλων πόλεων. Εξετάζει την κατανομή τους σε όλη τη Γη, παρέχει μία συστηματική και συγκριτική ταξινόμηση, ερευνώντας τους νόμους που ρυθμίζουν τη γενετική εξέλιξη και τις αιτιώδεις σχέσεις. Σχέσεις της γ. με τις άλλες επιστήμες. Η γ. δεν μπορεί για κανέναν λόγο να παραβλέψει τη συμβολή των άλλων επιστημών, είτε αυτές αφορούν τη φύση είτε τον άνθρωπο. Στο πεδίο των φυσικών επιστημών διατηρεί στενές σχέσεις με την αστρονομία (περιστροφικές κινήσεις και συνέπειές τους, κλίση του γήινου άξονα, φαινόμενα έλξης της Σελήνης και του Ήλιου κλπ.), με τη γεωδαισία (σχήμα και διαστάσεις της Γης), με την τοπογραφία και τη χαρτογραφία (που συνδέονται και αυτές με τη σειρά τους με τα μαθηματικά σε ό,τι αφορά τις προβολές), με τη γεωφυσική (για τα γεωθερμικά και σεισμικά φαινόμενα), με τη μετεωρολογία (βάση για την ταξινόμηση των κλιμάτων), με τη γεωλογία και με τις βιολογικές επιστήμες (βοτανική και ζωολογία). Όχι λιγότερο ισχυροί είναι οι δεσμοί με τις κοινωνικές και ιστορικές επιστήμες, όπως η στατιστική, η γλωσσολογία (ιδιαίτερα ό,τι σχετίζεται με τα τοπωνύμια), η εθνολογία και η ανθρωπολογία, η πολεοδομία, η ιστορία και η οικονομία. Γεωγραφικές Εταιρείες (Γ.Ε.). Οργανισμοί που ιδρύθηκαν με σκοπό να διευρύνουν και να διαδώσουν τις γεωγραφικές γνώσεις, με την έκδοση περιοδικών και βιβλίων, την οργάνωση συνεδρίων, τη συλλογή και διαφύλαξη χαρτών και την έρευνα στον τομέα των εξερευνήσεων και των χαρτογραφήσεων. Η πρώτη πραγματική εταιρεία, με τη σύγχρονη έννοια, ήταν η Γ.Ε. του Παρισιού, που ιδρύθηκε το 1821, αλλά παρόμοιοι οργανισμοί υπήρχαν στη Γερμανία και στην Ολλανδία τουλάχιστον εκατό χρόνια νωρίτερα. Το 1828 ιδρύθηκε η Γ.Ε. του Βερολίνου και το 1830 η Βασιλική Γ.Ε. στο Λονδίνο, ο πιο σημαντικός γεωγραφικός οργανισμός σε όλη την Ευρώπη. Το 1835 ιδρύθηκε η Γεωγραφική και Στατιστική Εταιρεία της Φρανκφούρτης, το 1845 η Ρωσική Αυτοκρατορική Γ.Ε.,που μετονομάστηκε το 1938 σε Γ.Ε. της ΕΣΣΔ και αργότερα σε Γ.Ε. της Ρωσίας, και το 1852, στη Νέα Υόρκη, η Αμερικανική Γ.Ε. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι. ιδρύθηκαν 74 Γ.Ε. και μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, όταν δημιουργήθηκαν νέα κράτη, ιδρύθηκαν άλλες 30. Η Ελληνική Γεωγραφική Εταιρεία (ΕΓΕ), με έδρα την Αθήνα, ιδρύθηκε πριν από τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, αλλά στα πρώτα της χρόνια, εξαιτίας των πολέμων, η δράση της περιορίστηκε μόνο στην προσφορά υπηρεσιών στη Γεωγραφική Υπηρεσία του Στρατού και σε μερικές υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών. Η ΕΓΕ ανασυστήθηκε το 1919, το 1920 με τον νόμο 2260 χαρακτηρίστηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και το 1925 έγινε μέλος της Διεθνούς Γεωγραφικής Ένωσης. Η εταιρεία εξέδιδε παλαιότερα και το Δελτίο τηςΕΓΕ, αλλά η έκδοσή του σταμάτησε το 1952. Οι Γ.Ε. είναι κοινωνικές οργανώσεις που λειτουργούν βασικά με ιδιωτικούς πόρους, συνήθως όμως σχετίζονται με διάφορα κυβερνητικά ιδρύματα. Μερικές από αυτές διαθέτουν σημαντικές βιβλιοθήκες, όπως η Γ.Ε. του Παρισιού, η Αμερικανική Γ.Ε. και η Γ.Ε. της Ρωσίας, που έχουν βιβλιοθήκες με περισσότερους από 100.000 τόμους. Διεθνής Γεωγραφική Ένωση (ΔΓΕ). Επιστημονική ένωση των γεωγράφων από όλα τα μέρη του κόσμου. Ιδρύθηκε το 1922 και το 1970 συμμετείχαν σε αυτήν περισσότερες από 70 χώρες. Σκοπός της ΔΓΕ είναι η μελέτη των γεωγραφικών προβλημάτων, ιδιαίτερα εκείνων που απαιτούν διεθνή συνεργασία, η οργάνωση διεθνών γεωγραφικών συνεδρίων και διαλέξεων και η κατάρτιση επιτροπής για τον χειρισμό των θεμάτων που απασχολούν την Ένωση στα διαστήματα ανάμεσα στα συνέδρια. Η εκτελεστική επιτροπή της ΔΓΕ εκλέγεται από τη γενική συνέλευση, η οποία συνήθως συνέρχεται την εποχή των συνεδρίων. Οι επιτροπές της ΔΓΕ βοηθούν στην υλοποίηση των διεθνών επιστημονικών προγραμμάτων, ετοιμάζουν εγχειρίδια διεθνούς χαρακτήρα, φροντίζουν για την ενημέρωση πάνω σε καινούργιες μεθόδους και γενικά φροντίζουν για την εξέλιξη σύγχρονων κατευθύνσεων της γεωγραφίας. Η ΔΓΕ εκδίδει δύο φορές τον χρόνο το Δελτίο της, όπου δημοσιεύονται τα πρακτικά των συνεδρίων και των διαλέξεων, οι εργασίες των επιτροπών και στοιχεία σχετικά με τη Διεθνή Χαρτογραφική Εταιρεία. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΑΥΤΈΣ Δείγμα τοπίου το οποίο μελετά και ερευνά ο γεωγράφος: μία κοιλάδα όπου ο φυσικός παράγοντας επικρατεί του ανθρώπινου. Με αυτό το σχεδίασμα ο Αμερικανός ερευνητής Φένεμαν συνόψισε τις μελέτες του για τις σχέσεις της γεωγραφίας με τις άλλες επιστήμες. Οι καλλιέργειες και οι ανθρώπινοι οικισμοί αποτελούν μέρος της έρευνας στη γεωγραφία (φωτ. Halic). Η Ευρώπη και η Αφρική σε έναν ισπανικό λιμενικό χάρτη του 15ου αι. Περίπου στα τέλη του Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση, οι γεωγραφικές γνώσεις διευρύνθηκαν και έγιναν ακριβέστερες, κυρίως χάρη στο έργο των θαλασσοπόρων και των εξερευνητών (φωτ. Mercurio). Οι ακτές και η επίδρασή τους στην ανθρώπινη δραστηριότητα αποτελούν αντικείμενο μελέτης της γεωγραφίας. Με αυτό το σχεδίασμα ο Αμερικανός ερευνητής Φένεμαν συνόψισε τις μελέτες του για τις σχέσεις της γεωγραφίας με τις άλλες επιστήμες. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΑΥΤΈΣ
* * *
η (AM γεωγραφία) [γεωγράφος]
1. η επιστήμη που ασχολείται με την περιγραφή τής επιφάνειας τής γης και τών ποικίλων φαινομένων πάνω σ' αυτήν
2. πραγματεία, σύγγραμμα ή διδακτικό εγχειρίδιο το οποίο πραγματεύεται θέματα τής γεωγραφίας
νεοελλ.
φρ.
1. «βοτανική γεωγραφία» — η φυτογεωγραφία
2. «γλωσσική γεωγραφία» — η γλωσσογεωγραφία, ο κλάδος τής γλωσσολογίας που μελετά την εξάπλωση τών γλωσσικών φαινομένων στον γεωγραφικό χάρτη
3. «ιατρική γεωγραφία» — ο κλάδος τής ιατρικής ο οποίος μελετά την εμφάνιση τών διαφόρων νόσων και την εξάπλωσή τους στις διάφορες περιοχές τής γης
αρχ.
1. η περιγραφή τής γής
2. γεωγραφικός χάρτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • γεωγραφία — γεωγραφίᾱ , γεωγραφία geography fem nom/voc/acc dual γεωγραφίᾱ , γεωγραφία geography fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεωγραφίᾳ — γεωγραφίαι , γεωγραφία geography fem nom/voc pl γεωγραφίᾱͅ , γεωγραφία geography fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεωγραφία — η 1. επιστήμη που έχει ως αντικείμενο την περιγραφή της Γης και τα φαινόμενά της. 2. το μάθημα της γεωγραφίας ή σύγγραμμα διδακτικό της γεωγραφίας: Έγραψε τη γεωγραφία της Ευρώπης για παιδιά του δημοτικού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αστική γεωγραφία — Κλάδος της γεωγραφίας ο οποίος ασχολείται με τη γεωγραφία των πόλεων, του μεγαλύτερου έργου του ανθρώπου στην επιφάνεια της Γης. Τα κύρια ζητήματα που την απασχολούν είναι: 1) Οι αιτίες, οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες της συγκέντρωσης… …   Dictionary of Greek

  • γεωγραφίας — γεωγραφίᾱς , γεωγραφία geography fem acc pl γεωγραφίᾱς , γεωγραφία geography fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεωγραφίαν — γεωγραφίᾱν , γεωγραφία geography fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεωγραφίαις — γεωγραφία geography fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεωγραφίη — γεωγραφία geography fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεωγραφίης — γεωγραφία geography fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καρούζης, Γεώργιος — (Πάνω Αρόδες, Κύπρος 1934 –). Κύπριος εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στο Λονδίνο, στην Τουλούζ και στην Ολλανδία. Αρχικά σταδιοδρόμησε ως εκπαιδευτικός σε σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Κύπρου και της Αγγλίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”